Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες που μετέδωσε το «Ράδιο Κρήτη», ο μουσικός βρέθηκε νεκρός στο διαμέρισμά του στη Θεσσαλονίκη. Τα αίτια του αιφνίδιου θανάτου του παραμένουν αδιευκρίνιστα.
Η ζωή του μεγάλου μουσικού
Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στις 28 Σεπτεμβρίου του 1945, μεγάλωσε στο Ηράκλειο, έψαλε στον Πολιούχο Άγιο Μηνά ο οποίος και τον επηρέασε αισθητικά και ιδεολογικά, βοηθούσε τον πατέρα του στο χρυσοχοείο όπου και από εκεί επηρεάστηκε από τα ρολόγια και τον χρυσό, ήταν σημαιοφόρος στο σχολειό του και από μικρός ανήκε στην νεολαία της αριστεράς.
Σπούδασε σκηνοθεσία κινηματογράφου στην Αθήνα και ξεκίνησε να τραγουδάει ερασιτεχνικά στις μπουάτ της Πλάκας παράλληλα με την εργασία του στην εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή».
Στις 21 του Απρίλη συλλαμβάνεται από την Δικτατορία και περνάει μερικές ώρες στην «Μπουμπουλίνας». Φεύγει για το Λονδίνο όπου μένει 6 χρόνια. Εκεί διαμορφώνεται ιδεολογικά συμμετέχοντας στον αντιδικτατορικό αγώνα, αλλά και στο Τροτσκιστικό κίνημα στο οποίο ήταν στέλεχος και η Βανέσσα Ρεντγκρέιβ με την οποία δυο φορές συνεργάστηκε σε παραστάσεις με αγωνιστικούς στόχους.
Τον Μαϊο του ‘68 πήρε μέρος στην εξέγερση των φοιτητών στο Παρίσι.
Λίγο μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου έρχεται στην Ελλάδα και η
μεταπολίτευση θα τον βρει εργαζόμενο στα ναυπηγεία του Ανδρεάδη.
Τότε είναι που τον καλεί και ο Μάνος Λοϊζος και τραγουδούν μαζί τα "Νέγρικα" με την Μαρία Φαραντούρη.
Το 74, λίγο μετά από το Πολυτεχνείο με απόφαση της οργάνωσης κατεβαίνει στην Αθήνα, όπου λόγω συλλήψεων από την Μυστική Αστυνομία, κρύβεται. Μετά τα γεγονότα στην Κύπρο το καλοκαίρι του 74 και την πτώση της Χούντας συνεχίζει τον πολιτικό αγώνα.
Τα τραγούδια του γίνονται γνωστά κι αγαπητά στο Ισραήλ, την Τουρκία, Τη Σερβία, στις Χώρες όπου υπάρχουν Έλληνες αλλά και για κάποιο μυστήριο λόγο και στην Ιαπωνία.
1978 - 2002 Αρχίζει να προσαρμόζεται στην ελληνική πραγματικότητα και να καταδύεται στην πεμπτουσία της. Το ένστιχτο και η μοίρα τον οδηγούν στον πυρήνα του ελληνικού τραγουδιού. Παραιτείται από το κόμμα μια μέρα που οι σύντροφοι υποστήριζαν τις ερυθρές πυρηνικές βόμβες ενάντια στις αντίπαλες.
Βλέποντας έναν παραλογισμό ρίχνεται στη μελέτη των ανατολικών
φιλοσοφιών . Ανακαλύπτει ή του αποκαλύπτεται μέσω μιας γνωστής του τον
OSHO. Αναστατώνεται θετικά, διαβάζει βιβλία του, γοητεύεται, βαθαίνει,
πηγαίνει στην Ινδία και τον συναντά. Συνεχίζοντας τις καλλιτεχνικές
του δραστηριότητες τις εμπλουτίζει στο έπακρο με τη νέα του εμπειρία.
Συστήνει στους Έλληνες τον OSHO εκδίδοντας το βιβλίο του "κρυμμένη
αρμονία - ομιλίες πάνω στον Ηράκλειτο".
Η
συνεργασία του με το Νίκο Ξυδάκη στα "Δήθεν" είναι που θα τον
καθιερώσει ως έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες μουσικούς της γενιάς
του, με επιτυχίες όπως "Αχ Ελλάδα", "Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια", "
Πότε Βούδας, πότε Κούδας", " Το κοτλέ παντελονάκι", " Τίποτα δεν πάει
χαμένο".
Τα τραγούδια του έγιναν γνωστά σε Ισραήλ, Τουρκία, Σερβία μέχρι και την μακρινή Ιαπωνία.
"...τους ανθρώπους αγάπησα"
Στο
αυτοβιογραφικό του βιβλίο με τίτλο «Εδώ είναι του Ρασούλη» που
κυκλοφόρησε το 2007 από τις εκδόσεις «Ιανός» της Θεσσαλονίκης, ο ίδιος ο
συνθέτης στο εισαγωγικό του κείμενο γράφει:
"Επουδενί το βιβλίο
τούτο δεν συμπεριφέρεται ως επικήδειος για έναν στιχουργό. Έπεται η
συνέχεια ως την τελική πτώση μου. Και δεν είμαι από πέτρα ούτε αθάνατος
που 'λεγε κι ο αείμνηστος φίλος μου Άκης Πάνου…
...Με αγάπη
πιστεύω και σύνεση, μέσα από την πολλαπλή εμπειρία μου θέλησα κατ' αρχάς
να κάνω ένα βιβλίο όχι μόνο με τους στίχους μου (αυτό θα ήταν 0x0=0)
αλλά να μνημειώσω τα κύρια χαρακτηριστικά και στοιχεία του εν λόγω
φαινομένου, να μνημειώσω την αιχμή του νεοελληνικού πολιτισμού στο
κλείσιμο του βασικού του κύκλου που τυχαίνει -κι όχι τυχαία- να κλείνει
μαζί με τον βασικό κύκλο του νεοελληνικού έθνους.
Κάποιος Έλλην ποιητής γράφει: 'Πιότερο κι απ' τους ανθρώπους το τραγούδι τους αγάπησα'.
Εγώ να προσθέσω ότι πιότερο κι απ' το τραγούδι τους, τους ανθρώπους αγάπησα".