Kλακέτα στοπ, για έναν από τους πλέον κορυφαίους μας σκηνοθέτες. Εσβησε χθες τα ξημερώματα στο νοσοκομείο «Ερυθρός Σταυρός» ο «πατέρας» του Ζήκου Ντίνος Κατσουρίδης, χτυπημένος από την επάρατο νόσο.Ο δημιουργός που προέτρεπε «Θανάση, πάρε τ’ όπλο σου» τον έτερο των κορυφαίων, τον Θανάση Βέγγο, εδώ και πολλά χρόνια έδινε τον δικό του άνισο αγώνα. Το τελευταίο χτύπημα όμως δεν το άντεξε...
Στο πλευρό του μέχρι την τελευταία στιγμή ήταν η αγαπημένη του σύζυγος, ηθοποιός και σκηνοθέτρια Ισαβέλλα Μαυράκη, αλλά και η κόρη του από τον πρώτο του γάμο, Σίβυλλα Κατσουρίδη, που ασχολείται με την παραγωγή στον κινηματογράφο.
Ο Ντίνος Κατσουρίδης αγωνίστηκε μέχρι το τέλος με αξιοπρέπεια, έτσι όπως στάθηκε στα κινηματογραφικά πλατό και πίσω από τον φακό σε όλη του τη ζωή. Την είδηση του θανάτου του ανακοίνωσε η σύζυγός του που ήταν συγκλονισμένη.
Με τον θάνατο του Ντίνου Κατσουρίδη κλείνει ένα σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, που κράτησε πάνω από μισό αιώνα. Ο σπουδαίος κινηματογραφιστής υπηρέτησε με πάθος την έβδομη τέχνη απ’ όλα τα πόστα, ξεκινώντας από βοηθός σκηνοθέτη, βοηθός οπερατέρ και φωτογράφος και πολλά χρόνια αργότερα ως διευθυντής φωτογραφίας, παραγωγής, παραγωγός και σκηνοθέτης.
Παρ’ ότι ήταν επαναστάτης με αιτία, ως άνθρωπος ήταν ήπιων τόνων. Δεν έλεγε πολλά, απέφευγε τη δημοσιότητα, αλλά του άρεσε να διεκδικεί το δίκιο του αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Προτιμούσε βέβαια να μιλά περισσότερο μέσα από τις ταινίες του που περιστρέφονταν γύρω από λαϊκούς χαρακτήρες. Η κηδεία του θα γίνει αύριο.
ΒΑΘΥΤΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗΤΟΣ ΣΤΟΝ ΑΠΛΟ ΚΟΣΜΟ
Ο Ντίνος Κατσουρίδης αποθέωσε την τέχνη του κινηματογράφου. Ο «πατέρας» του Ζήκου του μπακαλόγατου, ρόλος που έκανε υπερήφανο τον Κώστα Χατζηχρήστο που καμάρωνε γι’ αυτόν όλη του τη ζωή, αλλά και η αντιφασιστική σάτιρα του σπουδαίου κινηματογραφιστή με την ταινία «Θανάση πάρε τ’ όπλο σου» με τον φίλο του, τον Θανάση Βέγγο, να πατάει τη σκανδάλη, αποτυπώνουν το έργο ενός δημιουργού της έβδομης τέχνης βαθιά πολιτικοποιημένου, ο οποίος δεν δίσταζε να συγκρουστεί με την κάθε μορφής εξουσία για να δώσει δίκιο στη φτωχογειτονιά που στέναζε από την αδικία. Ο Κατσουρίδης ήταν ο εκφραστής των λαϊκών ανθρώπων και μέσα από απλές ιστορίες κατήγγειλε την πίεση, αλλά και την καταπίεση που δέχονταν οι μάζες. Γι’ αυτό ήταν αγαπητός στο πλατύ κοινό που περνούσε πολύ ωραία μέσα από τις ταινίες του.
Ο Ντίνος Κατσουρίδης γεννήθηκε το 1927 στη Λευκωσία της Κύπρου. Στην Αθήνα ήρθε να σπουδάσει Ιατρική, αλλά τα παράτησε για να γραφτεί στη σχολή κινηματογράφου του Σταυράκου, ενώ σπούδασε οικονομικές επιστήμες. Στον χώρο μπήκε ως βοηθός σκηνοθέτη στις ταινίες του Γρηγόρη Γρηγορίου «Πικρό ψωμί» και «Αγνή του λιμανιού» του Γιώργου Τζαβέλλα. Λίγο μετά θα συνεργαστεί με τον Σπέντζο ως τεχνικός στο «Αμάρτησα για το παιδί μου». Στη συνέχεια και για οκτώ συνεχή χρόνια θα συνεργαστεί με τον Φιλοποίμενα Φίνο ως οπερατέρ και διευθυντής φωτογραφίας σε είκοσι μία ταινίες στις οποίες συνεργάστηκε με τους Αλέκο Σακελλάριο, Βασίλη Αυλωνίτη, Βασίλη Λογοθετίδη, Νίκο Σταυρίδη κ.ά.
Το 1960 γύρισε την πρώτη του ταινία μεταφέροντας στη μεγάλη οθόνη το έργο «Είμαι αθώος» του Μανώλη Σκουλούδη. Στα πρότυπα του φιλμ νουάρ και η επόμενη ταινία του «Εγκλημα στα παρασκήνια» που από τους κριτικούς θεωρήθηκε ως η καλύτερη ταινία του είδους. Μάλιστα, η διαφωνία του με τον διευθυντή φωτογραφίας Ντίντη Καρύδη-Φουκς δεν επηρέασε την κριτική επιτροπή του Φεστιβάλ Αθηνών που χάρισε στην ταινία το βραβείο καλύτερης φωτογραφίας και το Β’ βραβείο γυναικείου ρόλου στη Ζωρζ Σαρρή. Ο Ντίνος Κατσουρίδης στην εν λόγω ταινία διαφώνησε και με τον σεναριογράφο Γιάννη Μαρή, ο οποίος δεν θέλησε να κάνει τις αλλαγές που του υπέδειξε.
Ακολούθησε η ταινία «Της Κακομοίρας - Ζήκος» (1963) με τον Κώστα Χατζηχρήστο, που έκανε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία. «Αν μου ανήκε αυτή η ταινία θα είχα λύσει το οικονομικό πρόβλημα της ζωής μου» είχε εκμυστηρευτεί σε συνέντευξή του ο πολυπράγμων κινηματογραφιστής. Ακολούθησαν «Οι αδίστακτοι» με τον Νίκο Κούρκουλο που έσπασαν ταμεία. Από το 1970 μέχρι το 1982 ο Ντίνος Κατσουρίδης σκηνοθέτησε τον Θανάση Βέγγο σε εννέα ταινίες, με πιο χαρακτηριστική το «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;» Με το μοντάζ και τη διεύθυνση φωτογραφίας ο Κατσουρίδης εξακολουθούσε να ασχολείται και τα τελευταία χρόνια, που δεν σκηνοθετούσε. Συνεργάστηκε με τον Παντελή Βούλγαρη στην ταινία «Το προξενιό της Αννας».
Το 2000 του απονεμήθηκε τιμητικός Χρυσός Αλέξανδρος στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η τελευταία σκηνοθετική δουλειά του ήταν το 50λεπτο ντοκιμαντέρ «Η Αθήνα της καρδιάς μου» (2009) για την ψηφιακή της ΕΡΤ.
ΚΑΤΕΡΡΕΥΣΕ ΣΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ ΒΕΓΓΟΥ
Τον αγαπημένο του λαϊκό ήρωα βρήκε ο Ντίνος Κατσουρίδης στο πρόσωπο του Θανάση Βέγγου. Από τις σημαντικότερες στιγμές της καριέρας του ανεπανάληπτου κινηματογραφιστή ήταν η συνεργασία του με τον αξέχαστο Θ.Β. στις ταινίες «Ενας Βέγγος για όλες τις δουλειές», «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;», ταινία την οποία ξεχώριζε ο σπουδαίος σκηνοθέτης, και «Θανάση πάρε τ’ όπλο σου», κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της οποίας αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα από τη χούντα.
Σε αυτή την ταινία ο Βέγγος ενσάρκωσε έναν από τους πιο ολοκληρωμένους ρόλους της καριέρας του και εκεί ανέδειξε το μεγάλο ταλέντο του. Στα κινηματογραφικά πλατό πάντως βρέθηκαν περισσότερες από δεκατέσσερις φορές. Οι δύο άνδρες συνδέθηκαν με βαθιά και ειλικρινή φιλία που διατηρήθηκε μέχρι που έφυγε από τη ζωή ο Θανάσης Βέγγος. Μάλιστα, ο Ντίνος Κατσουρίδης στην κηδεία του φίλου του δεν άντεξε και κατέρρευσε μέσα στην εκκλησία. Ο τρόπος με τον οποίο είχε εκφραστεί ο Ντίνος Κατσουρίδης για τον Θανάση Βέγγο δείχνει επακριβώς τι σήμαινε για εκείνον να συνεργάζεται με τον Θανάση Βέγγο.
«...Ηθελα να κάνω ταινίες που πραγματεύονται το λαϊκό αίσθημα και περιστρέφονται γύρω από λαϊκούς χαρακτήρες. Γι’ αυτό ακριβώς, με το που γνώρισα τον Θανάση Βέγγο, βρήκα στο πρόσωπό του τον ηθοποιό που θα ενσάρκωνε τον λαϊκό μου ήρωα. Θεωρώ ότι μέσα από την κωμωδία-σάτιρα μπορεί κανείς να μιλήσει για πολλά ζητήματα. Επρεπε βέβαια να τον μάθω ότι δεν έπρεπε συνέχεια να τρέχει, όπως έκανε συνήθως στις ταινίες. Του έλεγα ότι μπορούν να συμβαίνουν πολλά και όταν είσαι καθιστός...»
Στο πλευρό του μέχρι την τελευταία στιγμή ήταν η αγαπημένη του σύζυγος, ηθοποιός και σκηνοθέτρια Ισαβέλλα Μαυράκη, αλλά και η κόρη του από τον πρώτο του γάμο, Σίβυλλα Κατσουρίδη, που ασχολείται με την παραγωγή στον κινηματογράφο.
Ο Ντίνος Κατσουρίδης αγωνίστηκε μέχρι το τέλος με αξιοπρέπεια, έτσι όπως στάθηκε στα κινηματογραφικά πλατό και πίσω από τον φακό σε όλη του τη ζωή. Την είδηση του θανάτου του ανακοίνωσε η σύζυγός του που ήταν συγκλονισμένη.
Με τον θάνατο του Ντίνου Κατσουρίδη κλείνει ένα σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, που κράτησε πάνω από μισό αιώνα. Ο σπουδαίος κινηματογραφιστής υπηρέτησε με πάθος την έβδομη τέχνη απ’ όλα τα πόστα, ξεκινώντας από βοηθός σκηνοθέτη, βοηθός οπερατέρ και φωτογράφος και πολλά χρόνια αργότερα ως διευθυντής φωτογραφίας, παραγωγής, παραγωγός και σκηνοθέτης.
Παρ’ ότι ήταν επαναστάτης με αιτία, ως άνθρωπος ήταν ήπιων τόνων. Δεν έλεγε πολλά, απέφευγε τη δημοσιότητα, αλλά του άρεσε να διεκδικεί το δίκιο του αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Προτιμούσε βέβαια να μιλά περισσότερο μέσα από τις ταινίες του που περιστρέφονταν γύρω από λαϊκούς χαρακτήρες. Η κηδεία του θα γίνει αύριο.
ΒΑΘΥΤΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗΤΟΣ ΣΤΟΝ ΑΠΛΟ ΚΟΣΜΟ
Ο Ντίνος Κατσουρίδης αποθέωσε την τέχνη του κινηματογράφου. Ο «πατέρας» του Ζήκου του μπακαλόγατου, ρόλος που έκανε υπερήφανο τον Κώστα Χατζηχρήστο που καμάρωνε γι’ αυτόν όλη του τη ζωή, αλλά και η αντιφασιστική σάτιρα του σπουδαίου κινηματογραφιστή με την ταινία «Θανάση πάρε τ’ όπλο σου» με τον φίλο του, τον Θανάση Βέγγο, να πατάει τη σκανδάλη, αποτυπώνουν το έργο ενός δημιουργού της έβδομης τέχνης βαθιά πολιτικοποιημένου, ο οποίος δεν δίσταζε να συγκρουστεί με την κάθε μορφής εξουσία για να δώσει δίκιο στη φτωχογειτονιά που στέναζε από την αδικία. Ο Κατσουρίδης ήταν ο εκφραστής των λαϊκών ανθρώπων και μέσα από απλές ιστορίες κατήγγειλε την πίεση, αλλά και την καταπίεση που δέχονταν οι μάζες. Γι’ αυτό ήταν αγαπητός στο πλατύ κοινό που περνούσε πολύ ωραία μέσα από τις ταινίες του.
Ο Ντίνος Κατσουρίδης γεννήθηκε το 1927 στη Λευκωσία της Κύπρου. Στην Αθήνα ήρθε να σπουδάσει Ιατρική, αλλά τα παράτησε για να γραφτεί στη σχολή κινηματογράφου του Σταυράκου, ενώ σπούδασε οικονομικές επιστήμες. Στον χώρο μπήκε ως βοηθός σκηνοθέτη στις ταινίες του Γρηγόρη Γρηγορίου «Πικρό ψωμί» και «Αγνή του λιμανιού» του Γιώργου Τζαβέλλα. Λίγο μετά θα συνεργαστεί με τον Σπέντζο ως τεχνικός στο «Αμάρτησα για το παιδί μου». Στη συνέχεια και για οκτώ συνεχή χρόνια θα συνεργαστεί με τον Φιλοποίμενα Φίνο ως οπερατέρ και διευθυντής φωτογραφίας σε είκοσι μία ταινίες στις οποίες συνεργάστηκε με τους Αλέκο Σακελλάριο, Βασίλη Αυλωνίτη, Βασίλη Λογοθετίδη, Νίκο Σταυρίδη κ.ά.
Το 1960 γύρισε την πρώτη του ταινία μεταφέροντας στη μεγάλη οθόνη το έργο «Είμαι αθώος» του Μανώλη Σκουλούδη. Στα πρότυπα του φιλμ νουάρ και η επόμενη ταινία του «Εγκλημα στα παρασκήνια» που από τους κριτικούς θεωρήθηκε ως η καλύτερη ταινία του είδους. Μάλιστα, η διαφωνία του με τον διευθυντή φωτογραφίας Ντίντη Καρύδη-Φουκς δεν επηρέασε την κριτική επιτροπή του Φεστιβάλ Αθηνών που χάρισε στην ταινία το βραβείο καλύτερης φωτογραφίας και το Β’ βραβείο γυναικείου ρόλου στη Ζωρζ Σαρρή. Ο Ντίνος Κατσουρίδης στην εν λόγω ταινία διαφώνησε και με τον σεναριογράφο Γιάννη Μαρή, ο οποίος δεν θέλησε να κάνει τις αλλαγές που του υπέδειξε.
Ακολούθησε η ταινία «Της Κακομοίρας - Ζήκος» (1963) με τον Κώστα Χατζηχρήστο, που έκανε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία. «Αν μου ανήκε αυτή η ταινία θα είχα λύσει το οικονομικό πρόβλημα της ζωής μου» είχε εκμυστηρευτεί σε συνέντευξή του ο πολυπράγμων κινηματογραφιστής. Ακολούθησαν «Οι αδίστακτοι» με τον Νίκο Κούρκουλο που έσπασαν ταμεία. Από το 1970 μέχρι το 1982 ο Ντίνος Κατσουρίδης σκηνοθέτησε τον Θανάση Βέγγο σε εννέα ταινίες, με πιο χαρακτηριστική το «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;» Με το μοντάζ και τη διεύθυνση φωτογραφίας ο Κατσουρίδης εξακολουθούσε να ασχολείται και τα τελευταία χρόνια, που δεν σκηνοθετούσε. Συνεργάστηκε με τον Παντελή Βούλγαρη στην ταινία «Το προξενιό της Αννας».
Το 2000 του απονεμήθηκε τιμητικός Χρυσός Αλέξανδρος στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η τελευταία σκηνοθετική δουλειά του ήταν το 50λεπτο ντοκιμαντέρ «Η Αθήνα της καρδιάς μου» (2009) για την ψηφιακή της ΕΡΤ.
ΚΑΤΕΡΡΕΥΣΕ ΣΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ ΒΕΓΓΟΥ
Τον αγαπημένο του λαϊκό ήρωα βρήκε ο Ντίνος Κατσουρίδης στο πρόσωπο του Θανάση Βέγγου. Από τις σημαντικότερες στιγμές της καριέρας του ανεπανάληπτου κινηματογραφιστή ήταν η συνεργασία του με τον αξέχαστο Θ.Β. στις ταινίες «Ενας Βέγγος για όλες τις δουλειές», «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;», ταινία την οποία ξεχώριζε ο σπουδαίος σκηνοθέτης, και «Θανάση πάρε τ’ όπλο σου», κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της οποίας αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα από τη χούντα.
Σε αυτή την ταινία ο Βέγγος ενσάρκωσε έναν από τους πιο ολοκληρωμένους ρόλους της καριέρας του και εκεί ανέδειξε το μεγάλο ταλέντο του. Στα κινηματογραφικά πλατό πάντως βρέθηκαν περισσότερες από δεκατέσσερις φορές. Οι δύο άνδρες συνδέθηκαν με βαθιά και ειλικρινή φιλία που διατηρήθηκε μέχρι που έφυγε από τη ζωή ο Θανάσης Βέγγος. Μάλιστα, ο Ντίνος Κατσουρίδης στην κηδεία του φίλου του δεν άντεξε και κατέρρευσε μέσα στην εκκλησία. Ο τρόπος με τον οποίο είχε εκφραστεί ο Ντίνος Κατσουρίδης για τον Θανάση Βέγγο δείχνει επακριβώς τι σήμαινε για εκείνον να συνεργάζεται με τον Θανάση Βέγγο.
«...Ηθελα να κάνω ταινίες που πραγματεύονται το λαϊκό αίσθημα και περιστρέφονται γύρω από λαϊκούς χαρακτήρες. Γι’ αυτό ακριβώς, με το που γνώρισα τον Θανάση Βέγγο, βρήκα στο πρόσωπό του τον ηθοποιό που θα ενσάρκωνε τον λαϊκό μου ήρωα. Θεωρώ ότι μέσα από την κωμωδία-σάτιρα μπορεί κανείς να μιλήσει για πολλά ζητήματα. Επρεπε βέβαια να τον μάθω ότι δεν έπρεπε συνέχεια να τρέχει, όπως έκανε συνήθως στις ταινίες. Του έλεγα ότι μπορούν να συμβαίνουν πολλά και όταν είσαι καθιστός...»