Συνδεδεμένη με διάφορες δοξασίες είναι η πρώτη ημέρα του χρόνου.
Από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα καμία ημέρα του χρόνου δεν ταυτίζεται περισσότερο με την έννοια της προσδοκίας, όσο η πρώτη ημέρα...
στην οποία οι άνθρωποι εναποθέτουν τις ελπίδες τους για ένα καλύτερο μέλλον.
Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την συναισθηματική «υπερφόρτωση» της ημέρας με όνειρα και προσδοκίες που επειδή προφανώς και δεν μπορούν να εκπληρωθούν σε όλους, μεταφέρονται στη σφαίρα του μεταφυσικού μέσω εθίμων, προλήψεων και δοξασιών για την Πρωτοχρονιά που είναι όσα και τα ανθρώπινα όνειρα: άπειρα...
Η πρώτη ημέρα του χρόνου ήταν καθοριστική, μια και θεωρείτο πως ό,τι καλό ή άσχημο, σωστό ή λάθος γινόταν, θα επαναλαμβανόταν όλη τη νέα χρονιά.
Αρκετές δοξασίες υπήρχαν σε όλη τη χώρα και για το πρωτοχρονιάτικο νερό. Στην Αθήνα, οι νοικοκυρές έριχναν στην αυλή τα ξημερώματα όσο περίσσευε τις προηγούμενες ημέρες ώστε να γεμίσουν τις στάμνες από τα πηγάδια, ή τις κρήνες με το «πρώτο νερό του έτους».
Στη συνέχεια, «φίλευαν» τις πηγές με κάστανα, καρύδια ή πίτες που κατέληγαν στα παιδιά της γειτονιάς. Κατά τη διάρκεια της τελετουργίας η νοικοκυρά δεν έπρεπε να μιλήσει σε κανέναν μέχρι να επιστρέψει σπίτι, όπου με το «αμίλητο νερό» έπλενε το πρόσωπό της και ράντιζε τους τοίχους του. Στα χωριά άφηναν κεράσματα στη βρύση προς εξευμενισμό ττου ξωτικού ή της νεράιδας που βρισκόταν σε αυτήν.
Στη Ρούμελη η νοικοκυρά σταύρωνε την πηγή με νόμισμα, ζητώντας να τρέχουν τα λεφτά στο σπίτι όπως το νερό της βρύσης. Επίσης, ο σπιτονοικοκύρης και ο πρωτότοκος γιος, όταν σηκώνονταν από το κρεβάτι το πρωί της Πρωτοχρονιάς, πατούσαν πάνω σε σίδερο ώστε να είναι σιδερένια όλη η οικογένεια. Οι γυναίκες δεν έπιαναν σαπούνι, ενώ οι ανύπαντρες κοπέλες πρωτόβγαιναν από το σπίτι κρατώντας ένα χρυσό νόμισμα, ώστε ο μελλοντικός σύζυγος να διέθετε χρυσή καρδιά και αντίστοιχης αξίας... πορτοφόλι.
ΠΗΓΗ: Τύπος της Κυριακής
Από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα καμία ημέρα του χρόνου δεν ταυτίζεται περισσότερο με την έννοια της προσδοκίας, όσο η πρώτη ημέρα...
στην οποία οι άνθρωποι εναποθέτουν τις ελπίδες τους για ένα καλύτερο μέλλον.
Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την συναισθηματική «υπερφόρτωση» της ημέρας με όνειρα και προσδοκίες που επειδή προφανώς και δεν μπορούν να εκπληρωθούν σε όλους, μεταφέρονται στη σφαίρα του μεταφυσικού μέσω εθίμων, προλήψεων και δοξασιών για την Πρωτοχρονιά που είναι όσα και τα ανθρώπινα όνειρα: άπειρα...
Η πρώτη ημέρα του χρόνου ήταν καθοριστική, μια και θεωρείτο πως ό,τι καλό ή άσχημο, σωστό ή λάθος γινόταν, θα επαναλαμβανόταν όλη τη νέα χρονιά.
Αρκετές δοξασίες υπήρχαν σε όλη τη χώρα και για το πρωτοχρονιάτικο νερό. Στην Αθήνα, οι νοικοκυρές έριχναν στην αυλή τα ξημερώματα όσο περίσσευε τις προηγούμενες ημέρες ώστε να γεμίσουν τις στάμνες από τα πηγάδια, ή τις κρήνες με το «πρώτο νερό του έτους».
Στη συνέχεια, «φίλευαν» τις πηγές με κάστανα, καρύδια ή πίτες που κατέληγαν στα παιδιά της γειτονιάς. Κατά τη διάρκεια της τελετουργίας η νοικοκυρά δεν έπρεπε να μιλήσει σε κανέναν μέχρι να επιστρέψει σπίτι, όπου με το «αμίλητο νερό» έπλενε το πρόσωπό της και ράντιζε τους τοίχους του. Στα χωριά άφηναν κεράσματα στη βρύση προς εξευμενισμό ττου ξωτικού ή της νεράιδας που βρισκόταν σε αυτήν.
Στη Ρούμελη η νοικοκυρά σταύρωνε την πηγή με νόμισμα, ζητώντας να τρέχουν τα λεφτά στο σπίτι όπως το νερό της βρύσης. Επίσης, ο σπιτονοικοκύρης και ο πρωτότοκος γιος, όταν σηκώνονταν από το κρεβάτι το πρωί της Πρωτοχρονιάς, πατούσαν πάνω σε σίδερο ώστε να είναι σιδερένια όλη η οικογένεια. Οι γυναίκες δεν έπιαναν σαπούνι, ενώ οι ανύπαντρες κοπέλες πρωτόβγαιναν από το σπίτι κρατώντας ένα χρυσό νόμισμα, ώστε ο μελλοντικός σύζυγος να διέθετε χρυσή καρδιά και αντίστοιχης αξίας... πορτοφόλι.
ΠΗΓΗ: Τύπος της Κυριακής