Υπέρμαχος της ενίσχυσης της ελληνοτουρκικής συνεργασίας και φιλίας, εμφανίστηκε στην Κωνσταντινούπολη, ο πρώην Πρωθυπουργός κ. Κ. Μητσοτάκης.
Με ομιλία του στην περίφημη λέσχη BaB-I Ali, ενώπιον πολλών πολιτικών
και ισχυρών οικονομικών παραγόντων της Τουρκίας, ο κ. Μητσοτάκης
επέμεινε ότι η οπτική του, διαμορφώνεται μέσα από το πρίσμα της
realpolitiik, δηλ. των καλώς εννοούμενων ζωτικών συμφερόντων των δύο
χωρών.
Το μεγάλο πρόβλημα για τον κ. Μητσοτάκη που αντιμετωπίζουν οι δυο λαοί, είναι εάν η Ελλάδα και η Τουρκία, θέλουν και μπορούν να ζήσουν μαζί. «Προσωπικά είμαι πεπεισμένος ότι μπορούμε. Αυτό είναι και ευρύτερο, πανευρωπαϊκό, πρόβλημα» είπε και σημείωσε με έμφαση, ότι είναι καλό «να μην υποτιμάμε τον βαθύ συμβολισμό που μπορούν να έχουν ενδεχόμενες απλές και εύκολες κινήσεις όπως το άνοιγμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ή το μουσουλμανικό τέμενος στην Αθήνα».
Ο κ. Μητσοτάκης επέμεινε στην ανάγκη για ρεαλισμό, διότι, όπως υπογράμμισε, η εξωτερική πολιτική δυστυχώς προσφέρεται για εσωτερική πολιτική εκμετάλλευση, με την εύκολη έξαψη των παθών, την στρέβλωση και ιδιοποίηση των εθνικών αξιών.
«Το έχουμε πληρώσει αυτό ακριβά στην Ελλάδα, το έχετε πληρώσει και εσείς στην Τουρκία. Όπως έχουμε πληρώσει ακριβό τίμημα από τις παρεμβάσεις τρίτων, οι οποίοι εύλογα προωθούν τα δικά τους συμφέροντα, κάποιες φορές δε, εις βάρος των δικών μας» υποστήριξε ο κ. Μητσοτάκης και συμπλήρωσε ότι σήμερα η πολιτική της Ελληνοτουρκικής προσέγγισης, όχι μόνο δικαιώνεται, αλλά αποτελεί μια πραγματικότητα παραδεκτή απ’ όλους και είναι ωφέλιμο για την Ελλάδα και την Τουρκία να διαμορφώσουν ένα σταθερό περιβάλλον πολυεπίπεδης συνεργασίας και ουσιαστικής φιλίας στις διμερείς τους σχέσεις.
Σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό, το κλίμα εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών είναι το κυρίαρχο ζητούμενο και είπε ότι εξωτερική πολιτική για εσωτερική κατανάλωση δεν νοείται. «Δεν επιτρέπεται η μετακύλυση των προβλημάτων του χθες στο αύριο. Η Ελλάδα και η Τουρκία μπορούν να γυρίσουν νέα σελίδα και να γράψουν νέα κεφάλαια στην ιστορία των δύο λαών. Άνθρωποι δημιούργησαν τα προβλήματα και άνθρωποι θα τα λύσουν» τόνισε.
Επίσης, ο κ. Μητοστάκης ανέφερε ότι ο σύγχρονος πατριωτισμός εδράζεται στην προώθηση των πραγματικών συμφερόντων των λαών, μακριά από τη στείρα άρνηση και τις ιδεοληψίες του παρελθόντος και συμπλήρωσε: «Ο σύγχρονος πατριωτισμός συνδέεται με τη σταθερότητα, την ανάπτυξη και την ευημερία. Ο σύγχρονος πατριωτισμός ισοδυναμεί με το ορθό και το δίκαιο».
Ιδιαίτερη αίσθηση έκανε η τοποθέτηση του κ. Μητσοτάκη στο μόνο _κατ’ αυτόν_ αληθινά μεγάλο πρόβλημα των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων, που είναι το Κυπριακό.
«Οι διμερείς μας διαφορές, στο πλαίσιο του διαλόγου που έχει αναπτυχθεί, είναι δυνατόν, θα τολμούσα να πω, είναι εύκολο, να αντιμετωπιστούν στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, αρκεί να υπάρχουν κατά την ίδια χρονική περίοδο και στις δύο όχθες του Αιγαίου ισχυρές και αποφασισμένες κυβερνήσεις» τόνισε και στη συνέχεια, εξέπληξε.
Ο πρώην Πρωθυπουργός, υποστήριξε ότι σήμερα το θέμα του Κυπριακού είναι περισσότερο ώριμο παρά πότε. Μάλιστα, είπε, ότι η λύση του Κυπριακού, μπορεί να υπάρξει στη βάση ενός ενιαίου κράτους, μιας δικοινοτικής ομοσπονδίας, που μπορεί να αποτελέσει όχημα για την περαιτέρω προσέγγισή των δύο λαών.
Ο κ. Μητσοτάκης έκανε αναφορά και στην πολύπλευρη κρίση που διέρχεται η Ελλάδα και εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι η χώρα θα τα καταφέρει, όπως και στο παρελθόν και μίλησε για την ανάγκη να υπάρξουν και Τούρκικες επενδύσεις στην Ελλάδα και διευκόλυνση της εμβάθυνσης της οικονομικής συνεργασίας των δυο χωρών.
Ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε ότι ήθελε, ολοκληρώνοντας τον κύκλο του, να πραγματοποιήσει την επίσκεψη στην Τουρκία για πολιτικούς αλλά και προσωπικούς λόγους και τόνισε με νόημα, πως έχει αγωνιστεί για πάνω από μισό αιώνα για την ομαλοποίηση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, ενώ έκανε ειδική μνεία στον τότε ομόλογό του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ.
Μάλιστα, είπε ότι είχαν συμφωνήσει στο Νταβός, στις αρχές του 1992, να λύσουν φιλικά οι δυο χώρες τις διαφορές τους, με διάλογο και σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας, των συνόρων, των συνθηκών που είχαν προσυπογραφεί από τις δυο χώρες και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου.
«Η τελευταία φράση προσετέθη τότε για πρώτη φορά διότι με την κοινή αποδοχή των διεθνών κανόνων, αποκτούν οι σχέσεις μας ένα μέτρο, μια ασφαλιστική δικλείδα, αν θέλετε, η οποία οδηγεί στην αποκλιμάκωση των όποιων εκατέρωθεν υπερβολών ή ακροτήτων και δίδεται έτσι ένα τέλος στην αυθαιρεσία και την συνεπακόλουθη κακοπιστία» είπε και συνέχισε, αποκαλύπτοντας ένα σχετικά άγνωστο παρασκήνιο: «Ήμουν έτοιμος να μεταβώ στην Άγκυρα για να υπογράψουμε ένα σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας, με τον Τούρκο Πρωθυπουργό, που θα αντικατόπτριζε τα συμφωνηθέντα, αλλά δυστυχώς, οι προσπάθειες μας δεν τελεσφόρησαν, λόγω απουσίας προόδου στο Κυπριακό. Την συμφωνία μας όμως αυτή την απεδέχθησαν όλα τα πολιτικά κόμματα σε σύσκεψη υπό τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή, και αυτή η πολιτική ακολουθήθηκε, έκτοτε από όλες τις κυβερνήσεις, μέχρι σήμερα».
πηγη ΤΑ ΝΕΑ
Το μεγάλο πρόβλημα για τον κ. Μητσοτάκη που αντιμετωπίζουν οι δυο λαοί, είναι εάν η Ελλάδα και η Τουρκία, θέλουν και μπορούν να ζήσουν μαζί. «Προσωπικά είμαι πεπεισμένος ότι μπορούμε. Αυτό είναι και ευρύτερο, πανευρωπαϊκό, πρόβλημα» είπε και σημείωσε με έμφαση, ότι είναι καλό «να μην υποτιμάμε τον βαθύ συμβολισμό που μπορούν να έχουν ενδεχόμενες απλές και εύκολες κινήσεις όπως το άνοιγμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ή το μουσουλμανικό τέμενος στην Αθήνα».
Ο κ. Μητσοτάκης επέμεινε στην ανάγκη για ρεαλισμό, διότι, όπως υπογράμμισε, η εξωτερική πολιτική δυστυχώς προσφέρεται για εσωτερική πολιτική εκμετάλλευση, με την εύκολη έξαψη των παθών, την στρέβλωση και ιδιοποίηση των εθνικών αξιών.
«Το έχουμε πληρώσει αυτό ακριβά στην Ελλάδα, το έχετε πληρώσει και εσείς στην Τουρκία. Όπως έχουμε πληρώσει ακριβό τίμημα από τις παρεμβάσεις τρίτων, οι οποίοι εύλογα προωθούν τα δικά τους συμφέροντα, κάποιες φορές δε, εις βάρος των δικών μας» υποστήριξε ο κ. Μητσοτάκης και συμπλήρωσε ότι σήμερα η πολιτική της Ελληνοτουρκικής προσέγγισης, όχι μόνο δικαιώνεται, αλλά αποτελεί μια πραγματικότητα παραδεκτή απ’ όλους και είναι ωφέλιμο για την Ελλάδα και την Τουρκία να διαμορφώσουν ένα σταθερό περιβάλλον πολυεπίπεδης συνεργασίας και ουσιαστικής φιλίας στις διμερείς τους σχέσεις.
Σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό, το κλίμα εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών είναι το κυρίαρχο ζητούμενο και είπε ότι εξωτερική πολιτική για εσωτερική κατανάλωση δεν νοείται. «Δεν επιτρέπεται η μετακύλυση των προβλημάτων του χθες στο αύριο. Η Ελλάδα και η Τουρκία μπορούν να γυρίσουν νέα σελίδα και να γράψουν νέα κεφάλαια στην ιστορία των δύο λαών. Άνθρωποι δημιούργησαν τα προβλήματα και άνθρωποι θα τα λύσουν» τόνισε.
Επίσης, ο κ. Μητοστάκης ανέφερε ότι ο σύγχρονος πατριωτισμός εδράζεται στην προώθηση των πραγματικών συμφερόντων των λαών, μακριά από τη στείρα άρνηση και τις ιδεοληψίες του παρελθόντος και συμπλήρωσε: «Ο σύγχρονος πατριωτισμός συνδέεται με τη σταθερότητα, την ανάπτυξη και την ευημερία. Ο σύγχρονος πατριωτισμός ισοδυναμεί με το ορθό και το δίκαιο».
Ιδιαίτερη αίσθηση έκανε η τοποθέτηση του κ. Μητσοτάκη στο μόνο _κατ’ αυτόν_ αληθινά μεγάλο πρόβλημα των Ελληνο-Τουρκικών σχέσεων, που είναι το Κυπριακό.
«Οι διμερείς μας διαφορές, στο πλαίσιο του διαλόγου που έχει αναπτυχθεί, είναι δυνατόν, θα τολμούσα να πω, είναι εύκολο, να αντιμετωπιστούν στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, αρκεί να υπάρχουν κατά την ίδια χρονική περίοδο και στις δύο όχθες του Αιγαίου ισχυρές και αποφασισμένες κυβερνήσεις» τόνισε και στη συνέχεια, εξέπληξε.
Ο πρώην Πρωθυπουργός, υποστήριξε ότι σήμερα το θέμα του Κυπριακού είναι περισσότερο ώριμο παρά πότε. Μάλιστα, είπε, ότι η λύση του Κυπριακού, μπορεί να υπάρξει στη βάση ενός ενιαίου κράτους, μιας δικοινοτικής ομοσπονδίας, που μπορεί να αποτελέσει όχημα για την περαιτέρω προσέγγισή των δύο λαών.
Ο κ. Μητσοτάκης έκανε αναφορά και στην πολύπλευρη κρίση που διέρχεται η Ελλάδα και εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι η χώρα θα τα καταφέρει, όπως και στο παρελθόν και μίλησε για την ανάγκη να υπάρξουν και Τούρκικες επενδύσεις στην Ελλάδα και διευκόλυνση της εμβάθυνσης της οικονομικής συνεργασίας των δυο χωρών.
Ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε ότι ήθελε, ολοκληρώνοντας τον κύκλο του, να πραγματοποιήσει την επίσκεψη στην Τουρκία για πολιτικούς αλλά και προσωπικούς λόγους και τόνισε με νόημα, πως έχει αγωνιστεί για πάνω από μισό αιώνα για την ομαλοποίηση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, ενώ έκανε ειδική μνεία στον τότε ομόλογό του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ.
Μάλιστα, είπε ότι είχαν συμφωνήσει στο Νταβός, στις αρχές του 1992, να λύσουν φιλικά οι δυο χώρες τις διαφορές τους, με διάλογο και σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας, των συνόρων, των συνθηκών που είχαν προσυπογραφεί από τις δυο χώρες και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου.
«Η τελευταία φράση προσετέθη τότε για πρώτη φορά διότι με την κοινή αποδοχή των διεθνών κανόνων, αποκτούν οι σχέσεις μας ένα μέτρο, μια ασφαλιστική δικλείδα, αν θέλετε, η οποία οδηγεί στην αποκλιμάκωση των όποιων εκατέρωθεν υπερβολών ή ακροτήτων και δίδεται έτσι ένα τέλος στην αυθαιρεσία και την συνεπακόλουθη κακοπιστία» είπε και συνέχισε, αποκαλύπτοντας ένα σχετικά άγνωστο παρασκήνιο: «Ήμουν έτοιμος να μεταβώ στην Άγκυρα για να υπογράψουμε ένα σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας, με τον Τούρκο Πρωθυπουργό, που θα αντικατόπτριζε τα συμφωνηθέντα, αλλά δυστυχώς, οι προσπάθειες μας δεν τελεσφόρησαν, λόγω απουσίας προόδου στο Κυπριακό. Την συμφωνία μας όμως αυτή την απεδέχθησαν όλα τα πολιτικά κόμματα σε σύσκεψη υπό τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή, και αυτή η πολιτική ακολουθήθηκε, έκτοτε από όλες τις κυβερνήσεις, μέχρι σήμερα».
πηγη ΤΑ ΝΕΑ