Μετωπική σύγκρουση Αθήνας - Βερολίνου προδιαγράφουν οι «διαρροές» των
θέσεων των δύο κυβερνητικών κέντρων γύρω από την εν εξελίξει
διαπραγμάτευση.
Στον απόηχο του διπλωματικού μαραθωνίου του Έλληνα πρωθυπουργού σε Ρώμη, Βρυξέλλες και Παρίσι, που έβαλε στην ευρωπαική ατζέντα το αίτημα για μία νέα πολιτική συμφωνία για την Ελλάδα, που να ακυρώνει τη λιτότητα και να περιλαμβάνει διευθέτηση του χρέους, το Βερολίνο απάντησε με ένα ξερό «nein».
Η τοποθέτηση του Βερολίνου προκάλεσε την απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης, που με «διαρροή» απέρριψε από την πλευρά της τις θέσεις της γερμανικής κυβέρνησης.
Στο πλαίσιο αυτό, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον η συνάντηση των υπουργών κ.κ. Γιάννη Βαρουφάκη και Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αύριο στο Βερολίνο, όπου θα γίνει η πρώτη ανταλλαγή πραγματικών πυρών και ακόμη περισσότερο η επικείμενη συνάντηση του πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα με την Άνγκελα Μέρκελ στις Βρυξέλλες την επόμενη Πέμπτη, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ.
Ο τρόπος με τον οποίο θα απαντήσει ο κ. Σόιμπλε στις προτάσεις του κ. Βαρουφάκη για τη διευθέτηση του χρέους θα είναι αποκαλυπτικός των προθέσεων των Γερμανών.
Κυβερνητικό στέλεχος σχολίαζε ότι ήταν αναμενόμενο ότι το Βερολίνο θα ξεκινήσει από άκαμπτη θέση. Ωστόσο, προσέθεσε ότι σε αυτή τη διαπραγμάτευση η Ελλάδα δεν είναι απομονωμένη και δεν είναι χωρίς συμμάχους.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι τόσο στη Ρώμη όσο και στο Παρίσι οι ελληνικές θέσεις βρήκαν κατανόηση, γι' αυτό άλλωστε ο κ. Τσίπρας παρέκαμψε το Βερολίνο. Ενδεικτικά, το Μέγαρο Μαξίμου αναφέρει ότι, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας με τον πρόεδρο της Γαλλίας, ο Φρανσουά Ολάντ τόνισε ότι σε καμία περίπτωση «δεν θα αφήσουμε την Ελλάδα να αποτύχει» και σημειώνουν ότι υπήρξε ταύτιση απόψεων στα σημαντικά ζητήματα που θέτει η ελληνική κυβέρνηση στην ατζέντα της διαπραγμάτευσης, καθώς και σύγκλιση για τη συμφωνία-«γέφυρα», κατά τη διάρκεια της οποίας πρέπει να διασφαλίζεται η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.
Όσον αφορά στο σεβασμό των ευρωπαικών κανόνων, η ελληνική κυβέρνηση επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει κανένας κανόνας ούτε της ΕΕ ούτε της Ευρωζώνης, που να επιβάλει τερατώδη πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 4,5% του ΑΕΠ στο διηνεκές, ειδικά όταν μία χώρα έχει απωλέσει πάνω από το 25% του παραγόμενου πλούτου της».
Συνεργάτες του Μεγάρου Μαξίμου επισημαίνουν επίσης ότι καθόλη τη διάρκεια της συνομιλίας των κ.κ. Ολάντ και Τσίπρα δεν έγινε η παραμικρή αναφορά στην Τρόικα, ούτε και στην ανάγκη συνέχισης του προηγούμενου προγράμματος που είχε συμφωνήσει και ετοιμαζόταν να συνεχίσει η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά.
Όσοι παρατηρούν τις εξελίξεις, πάντως, σημειώνουν ότι το καθοριστικό είναι η στάση του Βερολίνου και αμφιβάλλουν για το αν η "κατανόηση" προς την ελληνική κυβέρνηση από τη Ρώμη και το Παρίσι θα μεταφραστούν σε συμπαράσταση ή πολύ περισσότερο σε αντιπαράθεση με το Βερολίνο.
Από την άλλη, όμως, όλοι συμφωνούν ότι οι θέσεις της γερμανικής κυβέρνησης, όπως περιγράφονται στο έγγραφο που δημοσίευσε το Routers, είναι το ξεκίνημα της δύσκολης διαπραγμάτευσης και πως, αν το Βερολίνο επιμείνει σε αυτές μέχρι τέλους, τότε θα προκαλέσει ρήξη με άγνωστες συνέπειες. Το πραγματικό ερώτημα είναι μέχρι που μπορούν να υποχωρήσουν οι δύο πλευρές.
Τι ζητούν οι Γερμανοί
Σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο της γερμανικής κυβέρνησης εν όψει του Euro Working Group, που διέρρευσε στο Reuters, η γερμανική κυβέρνηση καλεί τον πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα να πάρει πίσω όλες τις προεκλογικές του εξαγγελίες, να δεχθεί την Τρόικα και να συνεχίσει την εφαρμογή του προγράμματος που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση.
Ειδικότερα, στο έγγραφο της γερμανικής κυβέρνησης αναφέρεται:
- θα πρέπει η κυβέρνηση να πάρει πίσω τις φοροελαφρύνσεις
- να μην προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού και των συντάξεων και να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα, που συνδέονται στενά με τις εισφορές και τις παροχές,
- να συνεχίσει τη μείωση της Γενικής Κυβέρνησης κατά 150.000 υπαλλήλους
- να μην σταματήσουν οι αποκρατικοποιήσεις, να συνεχιστούν οι διαδικασίες ιδιωτικοποιήσεων των λιμένων, εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας και ακινήτων, κυρίως την προώθηση ξένων επενδύσεων με στόχο να συγκεντρωθούν έσοδα 2,2 δισ. ευρώ το 2015.
- να σεβαστεί τη δέσμευση για πρωτογενές πλεόνασμα 3% το 2015 και 4,5% το 2016
- να παραμείνει η Τρόικα στη θέση της
- η Ελλάδα να ανακοινώσει ότι θα σεβαστεί τις δεσμεύσεις της για την αποπληρωμή του χρέους προς το ΔΝΤ, την ΕΚΤ, τα δάνεια του EFSF, αλλά και διμερή δάνεια από τις χώρες της Ευρωζώνης, που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα μετά το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης.
Τι απαντά η ελληνική κυβέρνηση
Το Μέγαρο Μαξίμου απάντησε με διαρροή, σύμφωνα με την οποία «το έγγραφο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, που δημοσίευσε το Reuters, αποδεικνύει ότι και η γερμανική κυβέρνηση μπήκε και τυπικά στη διαπραγμάτευση».
Κυβερνητικές πηγές θεωρούν ότι η γερμανική κυβέρνηση επιλέγει την «σκληρή τοποθέτηση» στην έναρξη της διαπραγμάτευσης και ότι με το έγγραφό της ζητάει από τη νέα ελληνική κυβέρνηση να ανακαλέσει τις δεσμεύσεις της κατά της λιτότητας και να επαναφέρει το Μνημόνιο!
Δηλαδή η νέα ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε περικοπές συντάξεων, παραμονή της τρόικας και να εφαρμόσει όλα τα σκληρά μέτρα που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση Σαμαρά.
Οι ίδιες κυβερνητικές πηγές ξεκαθαρίζουν ότι «οι προτάσεις αυτές δεν θα γίνουν αποδεκτές από η νέα ελληνική κυβέρνηση καθώς προσκρούουν στην πρόσφατη εντολή του ελληνικού λαού και δεν βοηθούν στην αναπτυξιακή προοπτική της Ευρώπης».
Τέλος, λένε ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με όλους τους Ευρωπαίους εταίρους μας, σε πνεύμα συνεργασίας και αμοιβαίας κατανόησης.
Στον απόηχο του διπλωματικού μαραθωνίου του Έλληνα πρωθυπουργού σε Ρώμη, Βρυξέλλες και Παρίσι, που έβαλε στην ευρωπαική ατζέντα το αίτημα για μία νέα πολιτική συμφωνία για την Ελλάδα, που να ακυρώνει τη λιτότητα και να περιλαμβάνει διευθέτηση του χρέους, το Βερολίνο απάντησε με ένα ξερό «nein».
Η τοποθέτηση του Βερολίνου προκάλεσε την απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης, που με «διαρροή» απέρριψε από την πλευρά της τις θέσεις της γερμανικής κυβέρνησης.
Στο πλαίσιο αυτό, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον η συνάντηση των υπουργών κ.κ. Γιάννη Βαρουφάκη και Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αύριο στο Βερολίνο, όπου θα γίνει η πρώτη ανταλλαγή πραγματικών πυρών και ακόμη περισσότερο η επικείμενη συνάντηση του πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα με την Άνγκελα Μέρκελ στις Βρυξέλλες την επόμενη Πέμπτη, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ.
Ο τρόπος με τον οποίο θα απαντήσει ο κ. Σόιμπλε στις προτάσεις του κ. Βαρουφάκη για τη διευθέτηση του χρέους θα είναι αποκαλυπτικός των προθέσεων των Γερμανών.
Κυβερνητικό στέλεχος σχολίαζε ότι ήταν αναμενόμενο ότι το Βερολίνο θα ξεκινήσει από άκαμπτη θέση. Ωστόσο, προσέθεσε ότι σε αυτή τη διαπραγμάτευση η Ελλάδα δεν είναι απομονωμένη και δεν είναι χωρίς συμμάχους.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι τόσο στη Ρώμη όσο και στο Παρίσι οι ελληνικές θέσεις βρήκαν κατανόηση, γι' αυτό άλλωστε ο κ. Τσίπρας παρέκαμψε το Βερολίνο. Ενδεικτικά, το Μέγαρο Μαξίμου αναφέρει ότι, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας με τον πρόεδρο της Γαλλίας, ο Φρανσουά Ολάντ τόνισε ότι σε καμία περίπτωση «δεν θα αφήσουμε την Ελλάδα να αποτύχει» και σημειώνουν ότι υπήρξε ταύτιση απόψεων στα σημαντικά ζητήματα που θέτει η ελληνική κυβέρνηση στην ατζέντα της διαπραγμάτευσης, καθώς και σύγκλιση για τη συμφωνία-«γέφυρα», κατά τη διάρκεια της οποίας πρέπει να διασφαλίζεται η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.
Όσον αφορά στο σεβασμό των ευρωπαικών κανόνων, η ελληνική κυβέρνηση επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει κανένας κανόνας ούτε της ΕΕ ούτε της Ευρωζώνης, που να επιβάλει τερατώδη πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 4,5% του ΑΕΠ στο διηνεκές, ειδικά όταν μία χώρα έχει απωλέσει πάνω από το 25% του παραγόμενου πλούτου της».
Συνεργάτες του Μεγάρου Μαξίμου επισημαίνουν επίσης ότι καθόλη τη διάρκεια της συνομιλίας των κ.κ. Ολάντ και Τσίπρα δεν έγινε η παραμικρή αναφορά στην Τρόικα, ούτε και στην ανάγκη συνέχισης του προηγούμενου προγράμματος που είχε συμφωνήσει και ετοιμαζόταν να συνεχίσει η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά.
Όσοι παρατηρούν τις εξελίξεις, πάντως, σημειώνουν ότι το καθοριστικό είναι η στάση του Βερολίνου και αμφιβάλλουν για το αν η "κατανόηση" προς την ελληνική κυβέρνηση από τη Ρώμη και το Παρίσι θα μεταφραστούν σε συμπαράσταση ή πολύ περισσότερο σε αντιπαράθεση με το Βερολίνο.
Από την άλλη, όμως, όλοι συμφωνούν ότι οι θέσεις της γερμανικής κυβέρνησης, όπως περιγράφονται στο έγγραφο που δημοσίευσε το Routers, είναι το ξεκίνημα της δύσκολης διαπραγμάτευσης και πως, αν το Βερολίνο επιμείνει σε αυτές μέχρι τέλους, τότε θα προκαλέσει ρήξη με άγνωστες συνέπειες. Το πραγματικό ερώτημα είναι μέχρι που μπορούν να υποχωρήσουν οι δύο πλευρές.
Τι ζητούν οι Γερμανοί
Σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο της γερμανικής κυβέρνησης εν όψει του Euro Working Group, που διέρρευσε στο Reuters, η γερμανική κυβέρνηση καλεί τον πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα να πάρει πίσω όλες τις προεκλογικές του εξαγγελίες, να δεχθεί την Τρόικα και να συνεχίσει την εφαρμογή του προγράμματος που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση.
Ειδικότερα, στο έγγραφο της γερμανικής κυβέρνησης αναφέρεται:
- θα πρέπει η κυβέρνηση να πάρει πίσω τις φοροελαφρύνσεις
- να μην προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού και των συντάξεων και να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα, που συνδέονται στενά με τις εισφορές και τις παροχές,
- να συνεχίσει τη μείωση της Γενικής Κυβέρνησης κατά 150.000 υπαλλήλους
- να μην σταματήσουν οι αποκρατικοποιήσεις, να συνεχιστούν οι διαδικασίες ιδιωτικοποιήσεων των λιμένων, εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας και ακινήτων, κυρίως την προώθηση ξένων επενδύσεων με στόχο να συγκεντρωθούν έσοδα 2,2 δισ. ευρώ το 2015.
- να σεβαστεί τη δέσμευση για πρωτογενές πλεόνασμα 3% το 2015 και 4,5% το 2016
- να παραμείνει η Τρόικα στη θέση της
- η Ελλάδα να ανακοινώσει ότι θα σεβαστεί τις δεσμεύσεις της για την αποπληρωμή του χρέους προς το ΔΝΤ, την ΕΚΤ, τα δάνεια του EFSF, αλλά και διμερή δάνεια από τις χώρες της Ευρωζώνης, που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα μετά το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης.
Τι απαντά η ελληνική κυβέρνηση
Το Μέγαρο Μαξίμου απάντησε με διαρροή, σύμφωνα με την οποία «το έγγραφο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, που δημοσίευσε το Reuters, αποδεικνύει ότι και η γερμανική κυβέρνηση μπήκε και τυπικά στη διαπραγμάτευση».
Κυβερνητικές πηγές θεωρούν ότι η γερμανική κυβέρνηση επιλέγει την «σκληρή τοποθέτηση» στην έναρξη της διαπραγμάτευσης και ότι με το έγγραφό της ζητάει από τη νέα ελληνική κυβέρνηση να ανακαλέσει τις δεσμεύσεις της κατά της λιτότητας και να επαναφέρει το Μνημόνιο!
Δηλαδή η νέα ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε περικοπές συντάξεων, παραμονή της τρόικας και να εφαρμόσει όλα τα σκληρά μέτρα που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση Σαμαρά.
Οι ίδιες κυβερνητικές πηγές ξεκαθαρίζουν ότι «οι προτάσεις αυτές δεν θα γίνουν αποδεκτές από η νέα ελληνική κυβέρνηση καθώς προσκρούουν στην πρόσφατη εντολή του ελληνικού λαού και δεν βοηθούν στην αναπτυξιακή προοπτική της Ευρώπης».
Τέλος, λένε ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με όλους τους Ευρωπαίους εταίρους μας, σε πνεύμα συνεργασίας και αμοιβαίας κατανόησης.