Σαφή προειδοποίηση για τις συνέπειες που θα έχει τόσο στην ισορροπία της φύσης όσο και στην υγεία του ανθρώπου η καταστροφική πυρκαγιά
που έπληξε την ανατολική Αττική απευθύνουν οι επιστήμονες,
υπογραμμίζοντας πως τίποτε πλέον δεν θα είναι το ίδιο για τους κατοίκους
του Λεκανοπεδίου.
Όπως εκτιμούν οι περιβαλλοντολόγοι θα χρειαστούν τουλάχιστον 30
χρόνια προκειμένου να αποκατασταθούν πλήρως οι δασικές εκτάσεις που
έγιναν «στάχτη» τις τελευταίες τέσσερις ημέρες.
Ενδεικτικά, σε δηλώσεις του προς το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο δασολόγος – περιβαλλοντολόγος Γρηγόρης Βάρρας υπογραμμίζει:
«Το δάσος είναι ένας φυσικός προστατευτικός μανδύας για την υγεία του ανθρώπου. Εάν ανατρέξετε στις μελέτες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, θα δείτε ότι υπάρχουν θάνατοι που οφείλονται στα αιωρούμενα μικροσωματίδια. Και δεν εννοούμε την κάπνα, αλλά ρύπους που απορροφούνται από τα δέντρα».
Από την πλευρά του, ο Μιχάλης Πετράκης, περιβαλλοντολόγος και πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιµης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών εμφανίζεται ιδιαίτερα ανήσυχος για την ανισορροπία που επέρχεται στην πανίδα και σημειώνει:
«Είναι βέβαιο ότι το μικροκλίμα της περιοχής θα αλλάξει και μαζί του θα αλλάξει και η φυσική ισορροπία. Χωρίς τα χελιδόνια, τα κοτσύφια και τα σπουργίτια, αυτούς τους θηρευτές των εντόμων, κουνούπια και άλλα ενοχλητικά έντομα δεν θα έχουν κανέναν φυσικό περιορισμό.
Οι ειδικοί σημειώνουν ότι ένα δέντρο αναπτύσσεται σε τουλάχιστον δέκα χρόνια, ενώ για τη συνολική αποκατάσταση του οικοσυστήματος ο χρόνος που απαιτείται μπορεί να φτάσει ακόμη και τα τριάντα χρόνια. Στο μεταξύ θα έχει στερηθεί η περιοχή τη φυσική της προστασία από τις βροχοπτώσεις με αποτέλεσμα να αυξάνεται κατακόρυφα ο κίνδυνος των καταστροφικών πλημμυρών.
«Υπάρχουν μέτρα πρόληψης που θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί ώστε να περιοριστεί ή ακόμη και αποτραπεί η καταστροφή», αναφέρει ο Γρηγόρης Βάρρας και προσθέτει: «Οι υδατοδεξαμενές, για παράδειγμα, δεν έχουν σημαντικό κόστος. Είναι απαραίτητο να κάνουμε κλειστά υδρονομικά συστήματα». Σημειώνει ακόμη ότι στα διάφορα δασονομικά μέτρα περιλαμβάνονται και οι κλαδεύσεις, ώστε τα κλαδιά των δέντρων να μην έρχονται σε επαφή με τα ξερά χόρτα.
Ο ίδιος υπενθυμίζει ότι στα πευκοδάση, τα οποία αποτελούν και την πλειονότητα των δασών στη χώρα, τα κουκουνάρια λειτουργούν ως φυσικές χειροβομβίδες για να τονίσει ότι η διεθνής εμπειρία έχει προσφέρει λύσεις στο θέμα της αποκατάστασης του περιβάλλοντος.
«Μία λύση θα ήταν οι υδροσπορές. Φανταστείτε την καμένη περιοχή σαν έγκαυμα στο δέρμα μας. Πριν αναγεννηθούν τα δερματικά κύτταρα απαιτείται μια περίοδος περιποίησης του τραύματος. Η δική μας περιποίηση στην καμένη περιοχή δεν πρέπει τα πρώτα ένα δυο χρόνια να είναι η αναδάσωση. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να συγκρατήσουμε το χώμα στο έδαφος και τον σπόρο που υπάρχει μέσα σε αυτό.
Η υδροσπορά θα βοηθούσε σε αυτήν την κατεύθυνση, αερολέσχες και ψεκαστικά αεροσκάφη θα μπορούσαν να συνδράμουν σε αυτό το έργο. Αυτό ακριβώς έγινε στον λόφο του Χόλιγουντ έπειτα μια καταστροφική πυρκαγιά που τον κατέκαψε».
Με πληροφορίες από το ΑΠΕ - ΜΠΕ
Ενδεικτικά, σε δηλώσεις του προς το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο δασολόγος – περιβαλλοντολόγος Γρηγόρης Βάρρας υπογραμμίζει:
«Το δάσος είναι ένας φυσικός προστατευτικός μανδύας για την υγεία του ανθρώπου. Εάν ανατρέξετε στις μελέτες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, θα δείτε ότι υπάρχουν θάνατοι που οφείλονται στα αιωρούμενα μικροσωματίδια. Και δεν εννοούμε την κάπνα, αλλά ρύπους που απορροφούνται από τα δέντρα».
Από την πλευρά του, ο Μιχάλης Πετράκης, περιβαλλοντολόγος και πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιµης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών εμφανίζεται ιδιαίτερα ανήσυχος για την ανισορροπία που επέρχεται στην πανίδα και σημειώνει:
«Είναι βέβαιο ότι το μικροκλίμα της περιοχής θα αλλάξει και μαζί του θα αλλάξει και η φυσική ισορροπία. Χωρίς τα χελιδόνια, τα κοτσύφια και τα σπουργίτια, αυτούς τους θηρευτές των εντόμων, κουνούπια και άλλα ενοχλητικά έντομα δεν θα έχουν κανέναν φυσικό περιορισμό.
Οι ειδικοί σημειώνουν ότι ένα δέντρο αναπτύσσεται σε τουλάχιστον δέκα χρόνια, ενώ για τη συνολική αποκατάσταση του οικοσυστήματος ο χρόνος που απαιτείται μπορεί να φτάσει ακόμη και τα τριάντα χρόνια. Στο μεταξύ θα έχει στερηθεί η περιοχή τη φυσική της προστασία από τις βροχοπτώσεις με αποτέλεσμα να αυξάνεται κατακόρυφα ο κίνδυνος των καταστροφικών πλημμυρών.
«Υπάρχουν μέτρα πρόληψης που θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί ώστε να περιοριστεί ή ακόμη και αποτραπεί η καταστροφή», αναφέρει ο Γρηγόρης Βάρρας και προσθέτει: «Οι υδατοδεξαμενές, για παράδειγμα, δεν έχουν σημαντικό κόστος. Είναι απαραίτητο να κάνουμε κλειστά υδρονομικά συστήματα». Σημειώνει ακόμη ότι στα διάφορα δασονομικά μέτρα περιλαμβάνονται και οι κλαδεύσεις, ώστε τα κλαδιά των δέντρων να μην έρχονται σε επαφή με τα ξερά χόρτα.
Ο ίδιος υπενθυμίζει ότι στα πευκοδάση, τα οποία αποτελούν και την πλειονότητα των δασών στη χώρα, τα κουκουνάρια λειτουργούν ως φυσικές χειροβομβίδες για να τονίσει ότι η διεθνής εμπειρία έχει προσφέρει λύσεις στο θέμα της αποκατάστασης του περιβάλλοντος.
«Μία λύση θα ήταν οι υδροσπορές. Φανταστείτε την καμένη περιοχή σαν έγκαυμα στο δέρμα μας. Πριν αναγεννηθούν τα δερματικά κύτταρα απαιτείται μια περίοδος περιποίησης του τραύματος. Η δική μας περιποίηση στην καμένη περιοχή δεν πρέπει τα πρώτα ένα δυο χρόνια να είναι η αναδάσωση. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να συγκρατήσουμε το χώμα στο έδαφος και τον σπόρο που υπάρχει μέσα σε αυτό.
Η υδροσπορά θα βοηθούσε σε αυτήν την κατεύθυνση, αερολέσχες και ψεκαστικά αεροσκάφη θα μπορούσαν να συνδράμουν σε αυτό το έργο. Αυτό ακριβώς έγινε στον λόφο του Χόλιγουντ έπειτα μια καταστροφική πυρκαγιά που τον κατέκαψε».
Με πληροφορίες από το ΑΠΕ - ΜΠΕ