Συνδικάτα οργανωμένου εγκλήματος, πληρωμένοι δολοφόνοι, έμποροι όπλων και ναρκωτικών ανά τον κόσμο νόμιζαν πως χρησιμοποιούσαν μια ασφαλή εφαρμογή κρυπτογραφημένης επικοινωνίας για να συζητούν ανοιχτά για τις εγκληματικές τους δραστηριότητες, μακριά (όπως θεωρούσαν) από τα «μάτια και αυτιά» των αρχών- ωστόσο στην πραγματικότητα, όπως αποκαλύφθηκε την Τρίτη, οι επικοινωνίες τους κατέληγαν απευθείας σε αμερικανικές, αυστραλιανές και ευρωπαϊκές αρχές, σε μια άνευ προηγουμένου επιχείρηση.
Όπως γράφουν διεθνή ΜΜΕ, μια διεθνής «συμμαχία» υπηρεσιών επιβολής νόμου ανακοίνωσε την παγίδευση κακοποιών ανά τον κόσμο, οι οποίοι είχαν παραπλανηθεί ώστε να χρησιμοποιούν τηλέφωνα τα οποία έφεραν μια εφαρμογή κρυπτογραφημένης επικοινωνίας ονόματι Anom– την οποία στην πραγματικότητα έλεγχε το FBI. Όπως σημειώνεται σε δημοσίευμα της Washington Post, πρόκειται για ένα πρωτοφανές εγχείρημα, στο οποίο συμμετείχαν το FBI, η αστυνομία της Αυστραλίας και ευρωπαϊκές υπηρεσίες, που απέκτησαν ένα «παράθυρο» στις συνομιλίες μεταξύ μελών συνδικάτων οργανωμένου εγκλήματος, καθώς σχεδίαζαν αποστολές φορτίων ναρκωτικών, ληστείες, δολοφονίες κ.α.
Αξιωματούχοι ανακοίνωσαν πως συνελήφθησαν πάνω από 800 άτομα και απέκτησαν πληροφόρηση άνευ προηγουμένου ως προς τον τρόπο που λειτουργούν τα σύγχρονα δίκτυα οργανωμένου εγκλήματος, που θα μπορούσε να συμβάλει αποφασιστικά σε έρευνες πέρα από τις επιδρομές που έλαβαν χώρα συντονισμένα, σε διεθνές επίπεδο, τις τελευταίες ημέρες.
Ο Ζαν Φιλίπ Λεκούφ, αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής επιχειρήσεων της Europol, σε συνέντευξη Τύπου στη Χάγη, έκανε λόγο για «μια από τις μεγαλύτερες και πιο εξελιγμένες επιχειρήσεις επιβολής νόμου ως τώρα στη μάχη κατά των κρυπτογραφημένων εγκληματικών δραστηριοτήτων».
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα της Washington Post, οι αρχές βρίσκονταν κυριολεκτικά «στην τσέπη» κάποιων εκ των κορυφαίων στελεχών του οργανωμένου εγκλήματος ανά τον πλανήτη: Τροποποιημένα κινητά τηλέφωνα που είχαν αγοραστεί στη μαύρη αγορά και έφεραν την ελεγχόμενη από το FBI πλατφόρμα/ εφαρμογή, ονόματι Anom, κυκλοφορούσαν και γίνονταν όλο και πιο δημοφιλή μεταξύ κακοποιών- με κορυφαία στελέχη του οργανωμένου εγκλήματος να επιβεβαιώνουν την αξιοπιστία και αποτελεσματικότητά της.
Στο παρελθόν το FBI είχε κατεβάσει πλατφόρμες κρυπτογραφημένης επικοινωνίας που χρησιμοποιούσαν κακοποιοί για να επικοινωνούν, ενώ είχε διεισδύσει σε άλλες. Αυτή τη φορά, την έστησε το ίδιο και την προώθησε στον υπόκοσμο.
Όπως είπαν αξιωματούχοι, μια σημαντική εξέλιξη έλαβε χώρα σε συνάντηση στελεχών της αυστραλιανής αστυνομίας και του FBI το 2018, κατά την οποία…έπιναν μπύρες. Οι Αυστραλοί τότε ανέπτυξαν τεχνικές δυνατότητες πρόσβασης, αποκρυπτογράφησης και ανάγνωσης επικοινωνιών στην πλατφόρμα του FBI.
Οι χρήστες πίστευαν ότι οι συσκευές Anom τους ήταν προστατευμένες μέσω κρυπτογράφησης. Στην πραγματικότητα, ήταν όντως, αλλά υπήρχε μια μικρή λεπτομέρεια: Οι επικοινωνίες τους κατέληγαν επίσης και στις αρχές. «Στην πράξη έβαλαν χειροπέδες ο ένας στον άλλο συστήνοντας και εμπιστευόμενοι την Anom, και επικοινωνώντας ανοιχτά σε αυτήν- χωρίς να ξέρουν ότι παρακολουθούσαμε» είπε ο Ρις Κέρσοου, Ομοσπονδιακός Επίτροπος της Αστυνομίας της Αυστραλίας.
Η επιχείρηση διεξήχθη σε όλο τον κόσμο. Στην Αυστραλία ήταν γνωστή ως Special Operation Ironside και στις ΗΠΑ και την Ευρώπη ως Trojan Shield. Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα της Washington Post, φέρονται να έχουν εκτεθεί εγκληματίες που συνδέονταν με καρτέλ ναρκωτικών της Νότιας Αμερικής, οργανώσεις της «Τριάδας» στην Ασία και κυκλώματα σε Μέση Ανατολή και Ευρώπη.
Στις προσπάθειες συμμετείχαν συνολικά 17 χώρες. Τις τελευταίες ημέρες έγιναν επιδρομές που είχαν ως αποτέλεσμα να κατασχεθούν πάνω από οκτώ τόνους κοκαΐνης, 22 τόνοι μαριχουάνας και χασίς, δύο τόνοι μεταμφεταμινών και αμφεταμινών, 250 όπλα, 55 πολυτελή οχήματα και ποσά αξίας άνω των 48 εκατ. δολαρίων, σε μετρητά και κρυπτονομίσματα.
Στην υπόθεση αναφέρθηκε ο Σκοτ Μόρισον, πρωθυπουργός της Αυστραλίας, κάνοντας λόγο για ένα «βαρύ πλήγμα κατά του οργανωμένου εγκλήματος» σε όλο τον κόσμο. Συμμετείχαν στην επιχείρηση πάνω από 9.000 αστυνομικοί, που εξέτασαν 27 εκατ. μηνύματα τα οποία απεστάλησαν μέσω της εφαρμογής κατά τους 18 μήνες της λειτουργίας της.
Στην πράξη, η εφαρμογή αυτή ήταν για τους κακοποιούς κάτι σαν ένα παράνομο «WhatsApp», και επικοινωνούσαν σε 45 γλώσσες. Οι χώρες με τους περισσότερους χρήστες ήταν η Γερμανία, η Ολλανδία, η Ισπανία και η Σερβία, σύμφωνα με έγγραφα του FBI που κατατέθηκαν σε ομοσπονδιακό δικαστήριο.
Σύμφωνα με το ABC και το BBC, ρόλο- κλειδί είχε (άθελά του) στην υπόθεση ένας άνδρας ονόματι Χακάν Αγίκ, ο οποίος, όπως αναφέρεται σε δημοσιεύματα, συνέβαλε στην εξάπλωση της εφαρμογής. Ο 42χρονος Αυστραλός τουρκικής καταγωγής θεωρείται ότι «καταζητείται» πλέον από τον υπόκοσμο, καθώς, χωρίς να ξέρει τι έκανε, συνέβαλε αποφασιστικά στον συντονισμό και στην εξάπλωση της χρήσης της Anom, «στην πράξη παγιδεύοντας τους ίδιους τους συναδέλφους του» είπε ο Κέρσοου- προσθέτοντας πως «κατά τη γνώμη μου, το καλύτερο για τον ίδιο και την οικογένειά του είναι να παραδοθεί το συντομότερο».
Σύμφωνα με αναφορές, ζει αυτή τη στιγμή στην Τουρκία, και διαχειρίζεται το Kings Cross Hotel στην Κωνσταντινούπολη.
Με πληροφορίες από Washington Post, New York Times, ABC, BBC