Ο οδηγός προσελήφθη τον Οκτώβριο του 2008 ως οδηγός - υπάλληλος γενικών
καθηκόντων σε γνωστή ελληνική καπνοβιομηχανία. Αρχικά, ήταν προσωπικός
οδηγός του βασικού μετόχου της, για διεκπεραίωση των προσωπικών
υποθέσεών του και εξωτερικών εργασιών.
Μετά το θάνατό το 2009, ο οδηγός διατέθηκε για την εξυπηρέτηση της χήρας και της κόρης τού εκλιπόντα, οι οποίες ήταν και αυτές μέτοχοι της καπνοβιομηχανίας.
Ένα πρωί η χήρα έστειλε τον οδηγό σε μια Τράπεζα να παραλάβει ένα φάκελο από μία τραπεζοϋπάλληλο. Η τελευταία είπε στον οδηγό ότι υπάρχει ένας φάκελος και για την κόρη τής χήρας, ο οποίος θα σταλεί υπηρεσιακά.
Όμως, η χήρα πήρε στο τηλέφωνο τον οδηγό και τον αποκάλεσε "ηλίθιο και βλάκα", ζητώντας του εξηγήσεις γιατί δεν πήρε και το φάκελο της κόρης της. Μάλιστα τον ενημέρψσε ότι δεν χρειαζόταν να κάνει τίποτα παραπάνω καθώς έχει ήδη απολυθεί και μέσα στην ίδια μέρα έλαβε και το χαρτάκι της απόλυσης. "Σε έχω απολύσει, μην πας να παραπονεθείς", του δήλωσε η εργοδότριά του.
Παρόλα αυτά ο οδηγός κινήθηκε νομικά εναντίον της. Οι δικαστές υπογραμμίζουν ότι παρότι ακολουθήθηκαν οι νόμιμες διατυπώσεις η απόλυση έγινε "από αδικαιολόγητη ιδιοτροπία" αφού θεώρησε τον οδηγό υπεύθυνο της μη παραλαβής του φακέλου. 'Ετσι, η απόλυση κρίθηκε παράνομη και καταχρηστική.
Στον οδηγό επιδικάστηκε το ποσό των 7.805 ευρώ για μισθούς υπερημερίας συν τους νόμιμους τόκους, όπως και το ποσό των 1.300 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη.
Παράλληλα, το δικαστήριο έκρινε ότι η άκυρη απόλυση, υπό τις συνθήκες που έγινε υπήρξε μειωτική για τον εργαζόμενο και αποτελεί παράνομη προσβολή της προσωπικότητάς του, γι’ αυτό και πρέπει να γίνει δεκτό το αίτημα επαναπρόσληψής του και να υποχρεωθεί η καπνοβιομηχανία να αποδέχεται τις υπηρεσίες του, στην ίδια ακριβώς θέση με πριν.
Σε περίπτωση δε, που δεν επαναπροσληφθεί, ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας θα υποχρεωθεί να του καταβάλλει μηνιαίως χρηματική ποινή 500 ευρώ, ενώ θα του επιβληθεί φυλάκιση δέκα ημερών για κάθε μήνα που θα αρνείται την επαναπρόσληψή του.
Μετά το θάνατό το 2009, ο οδηγός διατέθηκε για την εξυπηρέτηση της χήρας και της κόρης τού εκλιπόντα, οι οποίες ήταν και αυτές μέτοχοι της καπνοβιομηχανίας.
Ένα πρωί η χήρα έστειλε τον οδηγό σε μια Τράπεζα να παραλάβει ένα φάκελο από μία τραπεζοϋπάλληλο. Η τελευταία είπε στον οδηγό ότι υπάρχει ένας φάκελος και για την κόρη τής χήρας, ο οποίος θα σταλεί υπηρεσιακά.
Όμως, η χήρα πήρε στο τηλέφωνο τον οδηγό και τον αποκάλεσε "ηλίθιο και βλάκα", ζητώντας του εξηγήσεις γιατί δεν πήρε και το φάκελο της κόρης της. Μάλιστα τον ενημέρψσε ότι δεν χρειαζόταν να κάνει τίποτα παραπάνω καθώς έχει ήδη απολυθεί και μέσα στην ίδια μέρα έλαβε και το χαρτάκι της απόλυσης. "Σε έχω απολύσει, μην πας να παραπονεθείς", του δήλωσε η εργοδότριά του.
Παρόλα αυτά ο οδηγός κινήθηκε νομικά εναντίον της. Οι δικαστές υπογραμμίζουν ότι παρότι ακολουθήθηκαν οι νόμιμες διατυπώσεις η απόλυση έγινε "από αδικαιολόγητη ιδιοτροπία" αφού θεώρησε τον οδηγό υπεύθυνο της μη παραλαβής του φακέλου. 'Ετσι, η απόλυση κρίθηκε παράνομη και καταχρηστική.
Στον οδηγό επιδικάστηκε το ποσό των 7.805 ευρώ για μισθούς υπερημερίας συν τους νόμιμους τόκους, όπως και το ποσό των 1.300 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη.
Παράλληλα, το δικαστήριο έκρινε ότι η άκυρη απόλυση, υπό τις συνθήκες που έγινε υπήρξε μειωτική για τον εργαζόμενο και αποτελεί παράνομη προσβολή της προσωπικότητάς του, γι’ αυτό και πρέπει να γίνει δεκτό το αίτημα επαναπρόσληψής του και να υποχρεωθεί η καπνοβιομηχανία να αποδέχεται τις υπηρεσίες του, στην ίδια ακριβώς θέση με πριν.
Σε περίπτωση δε, που δεν επαναπροσληφθεί, ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας θα υποχρεωθεί να του καταβάλλει μηνιαίως χρηματική ποινή 500 ευρώ, ενώ θα του επιβληθεί φυλάκιση δέκα ημερών για κάθε μήνα που θα αρνείται την επαναπρόσληψή του.