Νέα επιστολή της Μάρως, της δασκάλας που παραιτήθηκε αρνούμενη να υπηρετήσει την παράνομη κυβέρνηση.
Θέλω να μιλήσω, σε όλους το οφείλω
Στην άβυσσο που βρέθηκα τον Ιούλιο, βιώνοντας ένα ύπουλο και άνανδρο χτύπημα από τους εχθρούς της χώρας μου, που διέλυσε, γκρέμισε, σκόρπισε τη ζωή μου, φωτεινές λυχνίες στο σκοτάδι αυτό ήταν οι φίλοι, οι συνάδελφοι, οι συναγωνιστές μου. Όλους αυτούς τους θεωρώ αδέλφια μου, ομοαίματους.
Γιατί μαζί τους πορεύτηκα….
Ήταν οι φωνές που μού ‘λεγαν «κοριτσάκι μου, δεν είσαι μόνη, είμαστε δίπλα σου». Παρηγοριά κι ελπίδα έγιναν στην καρδιά μου. Τον πόνο, την θλίψη και την οδύνη δεν μπορούσαν να μου τα πάρουν, ήταν εκεί. Η σκέψη τους όμως, αυτό τους το αίσθημα, ήταν για μένα κινητήριος δύναμη. Με βοήθησαν να βρω ένα μονοπάτι, το όποιο μονοπάτι. Δεν ήξερα πού θα με πάει, αλλά και δεν με ένοιαζε.
Δεν μπορώ φυσικά να περιγράψω με λέξεις αυτή την αγάπη που μου δόθηκε.
Αυτή η αγάπη με ωθούσε κάθε φορά σε αγώνα. Και σε κάθε νέο αγώνα, το σθένος μου όλο και δυνάμωνε κι έτσι σιγά-σιγά βρήκα τη δύναμή μου, τολμώ να πω βγήκα στο φως, βρήκα το δρόμο μου. Έτσι έφτασα τη μέρα της παραίτησης.
Ήθελα μόνο να σας πω ότι την ώρα που υπέγραφα ήσασταν όλοι εκεί, κρατούσατε το χέρι μου, υπογράφατε μαζί μου, μοιραζόσασταν τη χαρά μου.
Η απόφαση ήταν δική μου αλλά η πράξη ήταν όλων. Ανήκει ακόμα και σ’ αυτούς που, παρότι δεν με γνωρίζουν, με καλούν αυτές τις μέρες για να μου σταθούν. Κι αυτοί τον αγώνα μου τον βίωσαν σαν δικό τους. Νιώθουν σαν οι ίδιοι να υπέγραψαν.
Αν αξίζει κάποια τιμή στην πράξη μου, αυτή ανήκει σε όλους.
Όσο πιο πολύ πίεση μού ασκείται, τόσο το σθένος μου, η δύναμή μου εκατονταπλασιάζεται. Κι αν δεν μπόρεσε να με λυγίσει ο θάνατος τίποτα δεν το μπορεί.
Εκτός από την συμπαράσταση, δέχθηκα και πιέσεις για να πάρω πίσω την παραίτησή μου. Το ισχυρότερο επιχείρημά τους για να με πείσουν ήταν «μάνα είσαι εσύ; Δεν σκέφτεσαι το παιδί σου;» Δεν υπάρχει μεγαλύτερο δίλλημα για έναν γονιό, ιδίως αν είναι ο μόνος γονιός που έχει απομείνει… Η απάντησή μου ήταν «το παιδί μου σκέφτομαι. Γι’ αυτόν το κάνω, γιατί ντρέπομαι να το κοιτάξω στα μάτια και να του παραδώσω την χώρα μου σκλαβωμένη. Να του ζητήσω να ζήσει ανελεύθερος, χωρίς αξιοπρέπεια»
Σε όλους εσάς θέλω μόνο να πω «φέρε την εικόνα στο μυαλό σου… είναι ένα φράγμα γεμάτο νερό, με πολύ μεγάλη πίεση, και ξαφνικά το φράγμα σπάει… Γυρίζει φίλε αυτό πίσω; Φαντάσου την εικόνα! Μαζεύεται;»
Μαρία Αλιφραγκή